Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

«Η μείωση του μισθού στρέφει τον καταναλωτή στα φθηνά υποκατάστατα του ελαιολάδου»

Η Ελλάδα μου θύμισε την Ισπανία πριν από 10 -15 χρόνια. Είδα ελαιοτριβεία με υπερσύγχρονα μηχανήματα, αλλά τις ελιές να μένουν μέσα στα σακιά για μέρες πριν την έκθλιψη. Αυτό στην Ισπανία, μέχρι πριν 10 χρόνια ήταν ανεκτό. Σήμερα είναι αδιανόητο». Πρόκειται για λόγια της Ισπανίδας Angeles Calvo Fandos, εκπαιδεύτριας στο διεθνές σεμινάριο γευσιγνωσίας ελαιολάδου, που διοργάνωσε το ΤΕΙ Καλαμάτας και ολοκληρώνεται σήμερα. Τα παραπάνω και άλλα ενδιαφέροντα ακούστηκαν στο στρογγυλό τραπέζι, που έλαβε χώρα χθες στο ξενοδοχείο «Elite», στο πλαίσιο του σεμιναρίου. Το θέμα της εκδήλωσης άκρως επίκαιρο: «Η γευσιγνωσία του ελαιολάδου στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης της Νότιας Ευρώπης».
  Η πτώση της τιμής, ρίχνει και την ποιότητα
Ανοίγοντας την εκδήλωση, ο επιστημονικά υπεύθυνος του Εργαστηρίου Γευσιγνωσίας Ελαιολάδου του ΤΕΙ Καλαμάτας, Βασίλης Δημόπουλος, τόνισε την ανάγκη και οι φτωχότεροι των Ελλήνων να έχουν πρόσβαση όχι απλώς στο ελαιόλαδο, αλλά και στο ποιοτικό. Σημείωσε ότι η παραγωγή και κατανάλωση ελαιολάδου στη χώρα μας είναι αξία, στάση ζωής, γι’ αυτό και πρέπει να είναι προσβάσιμο σε όλους. Ο Ιταλός εκπαιδευτής γευσιγνωσίας στο σεμινάριο του ΤΕΙ, Antonio Lauro παρατήρησε ότι η οικονομική κρίση και στην Ιταλία αναγκάζει τον καταναλωτή να στραφεί σε φθηνά τρόφιμα. Η μείωση μισθού, όπως είπε, οδηγεί στην αντικατάσταση του ελαιολάδου από φθηνά υποκατάστατα. Αλλά και στο ελαιόλαδο βλέπει πια κανείς διαφημίσεις για μεταλλικά 5λιτρα με 10,90 ευρώ! Αυτό σημαίνει ότι και ο παραγωγός θα ρίξει το κόστος καλλιέργειας, πράγμα που θα φέρει πτώση στην ποιότητα. Η διαφορά της υψηλής ποιότητας της Τοσκάνης αναγνωρίζεται με δυσκολία. Η σημασία και χρησιμότητα της οργανοληπτικής αξιολόγησης του ελαιολάδου, δεν έχει γίνει πλήρως αντιληπτή. Ο καταναλωτής είναι σε σύγχυση, δεν ξέρει τη διαφορά. Ο κ. Lauro χαρακτήρισε θετικό το ότι η νέα νομοθεσία περιλαμβάνει αυστηρούς νόμους για τη διασφάλιση της ποιότητας του ελαιολάδου, πράγμα που ενισχύει τη γευσιγνωσία. Όσο για το εάν είναι εύκολο και οικονομικά δυνατό να γίνεται οργανοληπτικός έλεγχος και από μικρές επιχειρήσεις (ερώτημα που είχε θέσει νωρίτερα ο κ. Δημόπουλος), ο κ. Lauro απάντησε ότι δεν είναι δύσκολο. Στην Ιταλία ένας τέτοιος έλεγχος κοστίζει 50 ευρώ, ενώ υπάρχουν 50 σχετικά εργαστήρια πιστοποιημένα από το Υπουργείο. «Η αναγνώριση της ποιότητας περνάει μέσα από τη γνώση. Πρέπει να εξηγήσουμε στον καταναλωτή τι κρύβεται πίσω από αυτή την πικάντικη και πικρή γεύση, τις οποίες κάποιοι θεωρούν ελάττωμα ακόμη και σήμερα».

Πηγή : pylosnews